Εμφάνιση αποτελεσμάτων : 1 έως 10 από 38

Θέμα: ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΛΩΡΙΔΑ

Hybrid View

Προηγούμενο μήνυμα Προηγούμενο μήνυμα   Επόμενο Μήνυμα Επόμενο Μήνυμα
  1. #1
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    44
    Μηνύματα
    7.739
    Thanked
    17920
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Ο φιλόσοφος του δρόμου

    Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από το θάνατο του Τζακ Κέρουακ. Ποιητής της αυτοκίνησης, εραστής της ελευθερίας και βεβαίως συγγραφέας του "On the Road", ο Κέρουακ έστειλε μια ολόκληρη γενιά στο δρόμο να αναζητεί τη γοητεία της περιπλάνησης, την απελευθέρωση από τις καλορυθμισμένες σαν ελβετικά ρολόγια συμβατικές ζωές. Ήταν η γενιά που ο ίδιος βάφτισε γενικά Beat και εκείνη τον έχρισε πρίγκηπα της.
    Οι μπητ είχαν να αντιμετωπίσουν το νοσηρό Μακαρθισμό της μεταπολεμικής Αμερικής, το ψυχροπολεμικό κλίμα, τη μικροαστική νοοτροπία, τη διαφθορά, την ανάπηρη ηθική της κοινής γνώμης. Πνιγμένοι στην απογοήτευση και την πικρία, γέμιζαν ένα σωρό ερωτηματικά. Ποιός είναι ο σκοπός της ζωής μας; Πώς πρέπει να τη ζήσουμε; Το μεγαλείο της ζωής μπορεί να σφραγιστεί σε τέσσερις τοίχους, δουλεύοντας εννιά με πέντε για να αγοράσουμε μεγαλύτερο πλυντήριο και καλύτερη τηλεόραση; Γι' αυτό άφησαν χιλλιάδες φαντάροι τα κόκκαλα τους στο μεγάλο πόλεμο;
    Η απάντηση τους ήταν ένα μεγαλοπρεπές όχι. Οι μπητς έβλεπαν ότι πίσω από την κόκα-κόλα, τα χάμπουργκερ, τους ουρανοξύστες, τα διαστημικά προγράμματα και τα γαλήνια χαμόγελα των μεσηλίκων, το Αμερικανικό Όνειρο είχε μεταβληθεί σε Εφιάλτη.
    Για το μέσο Αμερικανό, οι μπητ ήταν ένα μάτσο τεμπέληδες, που το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν τα γρήγορα αυτοκίνητα, οι γκόμενες και η μαριχουάνα. Όμως η αλήθεια είναι ότι η γενιά των καταραμένων ποιητών έφτυσε στα μούτρα το μέτριο και το συμβιβασμένο και βγήκε στο δρόμο, στα χνάρια των πρώτων αποίκων, των παλιών ταξιδευτών, όχι από τεμπελιά, αλλά από απόγνωση, από τρόμο μήπως αναγκαστεί να σπαταλήσει το μονάκριβο αγαθό της ζωής.
    Για τους μπητ, το αυτοκίνητο έγινε το μέσο για την απελευθέρωση από τα περιοριστικά δεσμά. Το σύστημα σε εγκλωβίζει σε λίγα τετραγωνικά μέτρα που ζεις και δουλεύεις. Με το αυτοκίνητο ο κόσμος όλος είναι δικός σου. Μπορείς να δεις, να ακούσεις, να γευθείς, να μυρίσεις, εικόνες, ήχους, γεύσεις και μυρωδιές που δεν βρίσκεις στα εργοστάσια και τα γραφεία. Γι' αυτό και ο Κέρουακ, πρωτοετής φοιτητής του Κολούμπια τότε, κατέβηκε στα πεζοδρόμια και στα καταγώγια του Χάρλεμ, έκανε παρέα με πόρνες και αλήτες, όλους εκείνους που η κοινωνία τους ξερνάει με τη λεζάντα του περιθωριακού στο κούτελο. Υπό τους ήχους της τζαζ, ανάμεσα σε τζοιντς (μτφ: τσιγαριλίκια) και αλκοόλ, αλλά και αναγνώσεις Προυστ και Ντοστογιέφσκι, ζυμώθηκε ο αντικομφορμισμός των μπητ. Από εκεί ξεκίνησαν οι ατέρμονες περιπλανήσεις του Κέρουακ. Άλλοτε μόνος του, άλλοτε μαζί με τον Νηλ Κάσσαντι γύριζαν από τη Νέα Υόρκη στο Σαν Φρανσίσκο και από εκεί στο Τέξας και στο Μεξικό, χωρίς αερόσακους και προφυλακτικά, για να κάνουν όλα αυτά που εμείς φοβόμαστε.
    Όσοι παρέμειναν κρατούμενοι της πεζής καθημερινότητας έβλεπαν με τρόμο και φθόνο αυτούς που αδιαφορούσαν για όλα όσα εκείνοι είχαν μοχθήσει. Εκείνοι πάσχιζαν να αποκτήσουν μεγαλύτερο αυτοκίνητο, ώστε να μπουν στο μάτι του γείτονα, για να δείξουν ότι το χαμαλίκι μιας ζωής δεν πήγε στράφι. Οι μπητ αγαπούσαν τα αυτοκίνητα γιατί τους πήγαιναν πιο μακρυά. Η αυτοκίνηση ελευθερώνει, η αυτοκίνηση είναι αυτονομία κι η αυτονομία είναι αυτοσκοπός. Αυτή είναι η ιδεαλιστική ουσία της αυτοκίνησης και του αυτοκινήτου, που διαμορφώθηκε τότε που η πολιτική ορθότης ήταν κενό γράμμα, τότε που ένα φιλί δεν έπρεπε να συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση των συμβαλλομένων ώστε να μη θεωρηθεί σεξουαλική παρενόχληση.
    Τότε που με σπασμένα κοντέρ και στριφτά τσιγάρα, ο Τζακ και ο Νηλ σταματούσαν σε σαραβαλιασμένα μοτέλ απαγγέλοντας στίχους του Λόρκα, και έφευγαν με τα λάστιχα να στριγγλίζουν για να δουν το φεγγάρι αγκαλιά με δυο μεθυσμένες σινιορίτες στην κορυφή του επόμενου λόφου, εκατό μίλια βόρεια του Ρίο Γκράντε.
    Τριάντα χρόνια μετά το θάνατο του Τζακ Κέρουακ, ολοένα και περισσότεροι γύπες κόβουν βόλτες πάνω από το μνήμα του για να πουλήσουν ρούχα, περιοδικά ποικίλης ύλης και φτηνές βιογραφίες. Όμως, ό,τι και να κάνουν, το όραμα του μοναχικού ταξιδιώτη, η αυτοκίνηση και η αυτονομία θα μείνουν ατόφια όσο ανασαίνουν εκείνοι που "τρελαίνονται να ζήσουν, να μιλήσουν να σωθούν", καταδικασμένοι από τον ρομαντισμό και την ευαισθησία τους "να καίγονται, να καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά".
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  2. The Following User Says Thank You to pilot For This Useful Post:

    doctore (03-10-13)

  3. #2
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    44
    Μηνύματα
    7.739
    Thanked
    17920
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Το αγαπημένο μου για τον αγαπημένο μου οδηγό!


    Le Petit Grand Homme

    Η μνήμη μοιάζε με δίσκο, με πλάκα από κερί. Εικόνες περνουν από πάνω της και χαράζουν σημαδάκια ή αυλάκια βαθιά. Όσο πληθαίνουν τα σημάδια, τα μικρότερα από αυτά χάνονται, η βελόνα του μυαλού αδυνατεί να τα εντοπίσει και εν τέλει, ξεχνιούνται. Όμως οι βαθειές αυλακιές είναι πάντα παρούσες και η βελόνα βυθίζεται μέσα τους σε κάθε στροφή του δίσκου. Κάθε φορά που το ημερολόγιο φτάνει στην όγδοη μέρα του Μάη, η βελόνα του μυαλού μου σκαλώνει σε ένα αυλάκι βαθύ. Η Ferrari με το νούμερο 27 απογειώνεται με 230 χιλιόμετρα την ώρα, στριφογυρίζει στον αέρα, ύστερα από εκατό μέτρα χτυπάει στο έδαφος και μετά τινάζεται πάλι και πάλι, αφήνοντας σε κάθε πτώση κομμάτι από το σασί, το μοτέρ και τις αναρτήσεις της. Ο τηλεοπτικός φακός την προλαβαίνει στην τελευταία της μοιραία περιστροφή. Τα ερείπια ακινητοποιούνται στη μέση της πίστας. Λίγα μέτρα από εκεί, αφήνει την τελευταία του πνοή ο πιο παθιασμένος, ο πιο θεαματικός, ο πιο γρήγορος πιλότος της Formula 1.
    Τα τρία επίθετα δεν μπήκαν τυχαία στη σειρά για να χατακτηρίσουν τον Ζιλ Βιλνεβ. Το πάθος του ήταν τέτοιο, που δεν εγκατέλειπε ακόμη και όταν είχε διαλύσει εντελώς το αυτοκίνητο του. Όσο δούλευε κάποιος από τους κυλίνδρους της Ferrari και κάποιος από τους πίσω τροχούς έπαιρνε κίνηση, δεν υπήρχε περίπτωση να σταματήσει. Όπως στο Ζάνφορτ το '79. Ο πίσω τροχός της 312 Τ4 αποχωρίστηκε το ημιαξόνιο, γεμίζοντας την πίστα σπίθες και κομμάτια ευγενών μετάλλων. Ο εμπρός δεξιός τροχός ήταν στον αέρα, ενώ το πίσω μέρος του σασί σερνόταν στην άσφαλτο. Εκείνος συνέχισε ακάθεκτος, με το γκάζι στο πάτωμα και το αριστερό χέρι στο τιμόνι, το δεξί το είχε σηκωμένο ψηλά, ώστε να βλέπουν όσοι ακολουθούν ότι έχει πρόβλημα. Λες και δεν το είχαν πάρει είδηση, αφού η πίστα ήταν γεμάτη συντρίμμια και σπίθες. Φτάνοντας στα πιτς φώναζε, δείχνοντας το πίσω αριστερό λάστιχο, αλλάξτε το, αλλάξτε το. Τι να αλλάξουμε, του έγνεφε ο Μάουρο Φοργκιέρι, λείπει το μισό αυτοκίνητο.
    Μόνο εκείνος επέμενε να ρισκάρει, οδηγώντας με παράτολμο τρόπο μη ανταγωνιστικά αυτοκίνητα. Όπως το '81 στη Χαράμα, με την απαράδεκτη Ferrari 126 CK. Βρέθηκε από έβδομος, πρώτος και έκανε 80 γύρους έχοντας κολλημένους πίσω του τους καλύτερους οδηγούς του κόσμου, με αυτοκίνητα που ήταν τουλάχιστον δυο δευτερόλεπτα το γύρο καλύτερα από το δικό του. Στον τερματισμό, μόλις 1,24" χώριζαν του πέντε πρώτους. Μια απίστευτη νίκη, ένα ρεσιτάλ οδήγησης.
    Έβρεχε καταρρακτωδώς στις δοκιμές του Γουότκις Γκλεν, το '79. Η πίστα γλιστρούσε απίστευτα, λίμνες νερού είχαν σχηματιστεί σε πολλά σημεία. Ο Σέκτερ, ο πρώτος οδηγός της Ferrari, έγραψε 2'11". Ήταν μακράν πρώτος και έλεγε ότι είχε τρομάξει πολύ για να το πετύχει. Ο Ζιλ έβαλε το κράνος του και έφυγε για έναν από τους πιο άγριους γύρους που έγιναν ποτέ. Όταν σταμάτησε, κανείς δεν πίστευε τα ρολόγια. Είχε κατεβάσει 11 δεύτερα τον ήδη καταπληκτικό χρόνο του Σέκτερ.
    Το 1979 ο Βιλνέβ θα μπορούσε να γίνει πρωταθλητής. Στερήθηκε τον τίτλο επειδή παρέμεινε πιστός σε ένα κώδικα ηθικής που συνοδεύει τους αληθινούς άντρες των Grand Prix. Στη Μόντσα ήταν για πενήντα γύρους στην ουρά του Σέκτερ, ξέροντας πως εάν ο Τζόντι νικούσε, θα του έπαιρνε το πρωτάθλημα. Πενήντα γύρους ο Ζιλ ευχόταν να σπάσει το μοτέρ της Ferrari εμπρός του, αλλά ο ίδιος, κρατώντας το λόγο του, δεν έκανε καμμιά κίνηση για να προσπεράσει. Το νούμερο δυο στην ομάδα πρέπει να βοηθά τον αρχηγό του. Αυτό έκανε ο Κόλινς στον Φάντζιο το 1956, αυτό έκανε και ο Πέτερσον στον Αντρέτι το 1978. Αυτός ο κώδικας τιμής, δεν έλεγε τίποτα στον Ντιντιέ Πιρονί.
    Το 1982, ο Βιλνέβ ήταν πλέον νούμερο ένα στην ομάδα, με τον φιλόδοξο Πιρονί δεύτερο. Έγιναν φίλοι. Έμπαιναν συχνά στην 308 GTB του Ζιλ και στοιχημάτιζαν ποιός θα έμενε πιο πολλή ώρα με το γκάζι στο πάτωμα και πέμπτη στο κιβώτιο. Σαράντα με πενήντα λεπτά, χωρίς να κόψουν, ήταν οι χρόνοι τους στην μποτιλιαρισμένη αουτοστράντα.
    Εκείνη την άνοιξη στην Ίμολα, 15 γύρους πριν από το τέλος, οι Ferrari πήγαιναν για το 1-2. Ο Βιλνέβ είναι πρώτος και ο Πιρονί δεύτερος. Η πινακίδα SLOW βγαίνει στα πιτς, πρέπει να σιγουρέψουν τη νίκη, να φυλάξουν τα μοτέρ, να προσέξουν τη βενζίνη. Ο Ζιλ κατεβάζει ρυθμό, ώσπου ο Πιρονί τον περνά. Μήπως είναι αστείο; Ο Βιλνέβ τον κυνηγάει, αλλά εκείνος τον κλείνει με κίνδυνο να βγουν και οι δυο έξω. Δεν μπορεί να είναι αστείο. Ένα γύρο πριν το τέλος, ο Βιλνέβ κάνει την κίνηση και η τάξη αποκαθίσταται. Οι σημαίες ανεμίζουν, τα πλήθη παραληρούν καθώς οι δυο Ferrari περνάνε την ευθεία για τον τελευταίο γύρο. Ο Ζιλ, υπακούοντας στις οδηγίες, κόβει και πάλι ρυθμό. Και τότε, στην ανοικτή καμπή που φέρει πλέον το όνομα Curva Villeneuve, ο Πιρονί βγαίνει από το slipstream και πετάγεται εμπρός. Σε λίγα μέτρα παίρνει τη σημαία.
    Το λάδι στο καντήλι του Βιλνέβ τελειωνε. Προδόθηκε από ένα φίλο, που του έκλεψε τη νίκη με άδικο τρόπο. Ήταν κίτρινος, τα χείλη του σφιχτά, όταν ανέβηκε στο βάθρο. Δεν θα του ξαναμιλήσω ποτέ όσο ζω, είπε. Δεκατρείς μέρες αργότερα, στα δοκιμαστικά του Ζόλντερ, και ενώ ο Πιρονί είχε κάνει ταχύτερο χρόνο, ο Φοργκιέρι έδειξε στον Βιλνέβ την πινακίδα ΙΝ, να επιστρέψει στα πιτς, αφού είχε λιώσει το τελευταίο του σετ ελαστικών.
    Οι κορυφαίοι οδηγοί κινούνται στο όριο. Οι πιο εκλεκτοί από αυτούς, όπως ο Νουβολάρι ή ο Ροζεμάγιερ, κάποιες μαγικές στιγμές το ξεπερνούν. Η πράξη τους αυτή δεν μεταθέτει το όριο. Αποδεικνύει απλώς ότι το όριο αναφέρεται στους άλλους ανθρώπους. Στη σύγχρονη ιστορία των αγώνων, δεν υπήρξε κανείς που να κινείται τόσο συχνά και κάθε φορά τόσο άνετα και φυσικά, πέρα από το δεδομένο όριο, όσο ο μικρόσωμος Γαλλοκαναδός με το μελαγχολικό βλέμμα.
    Τα λάστιχα δεν επέτρεπαν να κατεβάσει το χρόνο του, ο Ζιλ γύριζε στα πιτς σε εκείνο το γύρο. Όμως, ενώ ο Σέκτερ έλεγε ότι πρώτη του προτεραιότητα σε κάθε αγώνα ήταν να τερματίσει ζωντανός, του Ζιλ ήταν να κατεβάσει το ρεκόρ γύρου, σε κάθε γύρο. Έκλεισε το μάτι στο πεπρωμένο και δοκίμασε το ακατόρθωτο. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Γι αυτό ξεχώριζε, για τον απαράμιλλο έλεγχο στην ύστατη στιγμή, όταν φαίνεται ότι όλα έχουν χαθεί. Πολλές φορές το παράλογο και το αδύνατο πήραν σάρκα και οστά από τα χέρια αυτού του ανθρώπου. Τα χέρια του πιο χαρισματικού οδηγού αγώνων, τα χέρια του Ζιλ Βιλνέβ.
    Όμως, στην τελευταία αριστερή στροφή, βλέπει μπροστά του τον Γιόχεν Μας. Ο οδηγός της March αργεί να αντιδράσει. Τα λάστιχα τους ακουμπάνε και η Ferrari με το νούμερο 27 απογειώνεται με 230 χιλιόμετρα την ώρα...
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  4. The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:

    doctore (03-10-13), Nino (31-08-13)

  5. #3
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    44
    Μηνύματα
    7.739
    Thanked
    17920
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Κάτω από το αυλάκι

    Οδηγούσα τo Citroen Visa Chrono του πατέρα μου,όταν πρωτομπήκα στο συνεργείο του Νικήτα,κοντά δέκα χρόνια πριν,κάπου στη Νότια Πελοπόννησο.”Πολύ το γουστάρω αυτό το αμάξι ψηλέ,το γουστάρω γιατί έχει ωραίο όνομα”, ήταν τα πρώτα του λόγια.Δεν έμοιαζα να καταλαβαίνω,γι αυτό μου έδειξε με το τσιγάρο του μια ξανθιά με λεοπαρδαλέ μαγιό,βυθσμένη σε ντάνε από Cinturato P3,μήνας Μάρτιος σε παλιό ημερολόγιο της Pirelli,που κρεμόταν στον τοίχο:
    “Βιζά ,φίλε,βιζά”.
    Όλα τα συνεργεία έχουν κάτι με τις γυναίκες, αυτός ήταν άλλο πράγμα.Μονίμως με μια γκομενοδουλειά στα σκαριά ή στα γκρεμίσματα,στις δυο κουβέντες του,η μια ήταν για γυναίκα και η άλλη για την πορτοκαλί 2002ti του.”Γκάζια και παράνομες γυναίκες ψηλέ” για αυτά μουρμούραγε όλη μέρα,μπάλε-βγάλε τα αγροτικά και τα 124 στο μαγαζί.Όποτε κατέβαινα κι εγώ στο χωριό,περνούσα πάντα από το συνεργείο.Ο Νικήτας παρατούσε τα γερμανοπολύγωνα,έβαζε ούζα,χαμήλωνε το ραδιόφωνο και άρχιζε... Πότε για ,μια παντρεμένη,πότε για μια μικρή από το φροντιστήριο αγγλικών στο παρακάτω στενό και άλλοτε για μια χήρα που δεν τον αφήνει να φύγει πριν να βγει ο ήλιος”κι έρχομαι και με παίρνει ο ύπνος εδώ στον πάγκο ψηλέ”. Και ξάφνου δυνάμωνε την ένταση:”Μωρή τρελή,μωρή ζουρλή,μωρή ξεμυαλισμένη.. “ κι έφερνε δυο βόλτες ανάμεσα στα λυμένα μοτέρ και τις κούτες με τα ορυκτέλαια.Άλλες φορές με ρώταγε:” Να πετάξω έναμ 300αρη εκκεντροφόρο και δύο 48άρια ή θα ψοφήσει χαμηλά και δεν θα σβουράει;” Κι εγώ τον πείραζα ,” αφού κι έτσι που είναι, πρέπει να κάνεις τάμα για να παντιάσει.” Τότε βούταγε τα κλειδιά,έσερνε κι εμένα,μπαίναμε στην BMW και άρχιζε τα φίδια στο χωματόδρομο κοντά στο ποτάμι.Μόνο όταν ανάβανε τα λαμπάκια βενζίνας και θερμοκρασίας σταμάταγε και γυρνάγαμε πίσω.Πέρσι το καλοκαίρι είχα μείνει από τρόμπα νερού.16 βίδες είχε η καταραμένη και οι 16 κοπήκαν όπως τις έβγαζε.”Συνηθισμένη ζημιά στα V-6 Ford,άμα δεν μπορέσω να τις βγάλω πάμε για καινούργιο μπλοκ”.Κι εγώ να θέλω να προλάβω το καράβι για Ιταλιά που έφευγε το ίδιο απόγευμα από Πάτρα.Ο Νικήτας με οξυγόνα,καμινέτα,τρυπάνια, άλευε με τα σίδερα κι εγώ με το ρολόι.Τελικά τις έβγαλε όλες,χωρίς να σακατέψει το μπλοκ,άναψε το εικοστό Καρέλια της ημέρας κι έπιασε την καινούργια τρόμπα.Την ίδια ώρα μια βυσσινί Ascona σταμάτησε απ' έξω.Βγήκε ένας μαυριδερός με γαλανό πουκάμισο ανοικτό ως τη σπλήνα,άσπρη κάλτσα,σκαρπίνι και μαλλί Βαμβακούλα ρεπλίκα.Έκανε δύο βήματα με εντελώς προαγωγικό στυλ,χαιρέτησε το Νικήτα με μια κίνηση του χεριού και φώναξε,” σπέσιαλ αφιερωμένο για το φίλο μου ”.Άνοιξε τη δεξιά πόρτα της ascona και ξεπρόβαλαν τρεις δίμετρες Ρωσίδες, με βελούδινα σορτσάκια και λευκές γόβες στιλέτο.
    “Φέρτες μου το βράδυ στο μαγαζί”,έκανε ο φορητός νταβατζής,άφησε όλη την πρώτη στην άσφαλτο κι έφυγε.Οι Ρωσίδες ήταν ξενυχτισμένες και φαλτσομπογιατισμένες,έπρε ε να έχεις κατεβάσει το μισό Τενεσή για να τις κοιτάξεις,όμως το μάτι του Νικήτα άστραφτε.Σκούπισε τα χέρια του με το στουπί,χάιδεψε το μουστάκι του,τις έβαλε να καθήσουν και ρώτησε : “Ουκράνια, Ουκράνια ;” Κατάλαβα ότι για να προλάβω το καράβι θα έπρεπε να μοντάρω μόνος μου την τρόμπα.Φέτος τον Αύγουστο που ξαναπήγα στο χωριό,μου σφύριξαν ότι ο φίλος μου μόνο κόκκινο φωτάκι δεν είχε κρεμάσει στο μαγαζί του.Αντί να προσλάβει μαστορόπουλο,όπως όλα τα συνεργεία,αυτός προσέλαβε Ρωσίδα.Μαζεύονταν όλοι οι άντρες να τη βλέπουν να χτυπάει φραπέδες,σταυροπόδι στη λευκή πλαστική καρέκλα με σούπερ μίνι και αβυσσαλέο ντεκολτέ.
    “Μόνο εδώ χάμου συμβαίνουν αυτά ”μου έλεγαν.”Το φαντάζεσαι αλλού; θα βγαίνανε οι νοικοκυρές από τα παράθυρα να ξεφωνίσουν την αντροχωρίστρα,ακούς εκεί κονσομασιόν στο συνεργείο με την παστρικιά,που ακούστηκε ο ξεδιάντροπος,και εσύ προκομένε πάλι εκεί ήσουνα, απ όταν πάτησε το ποδάρι της, όλο χαλάει το παλιάμαξο σου”.
    Δεν είχα προλάβει ακόμη να πάω στο μαγαζί,όταν πέτυχα το Νικήτα στο καφενείο.”Μονάχα η γεροντοκόρη του μπακάλη παραπονέθηκε,ψηλέ,για το κορίτσι.Της λέω ,μαντάμ, όλες οι διαφημίσεις για αυτοκίνητα είναι τίγκα στο μπούτι,η άλλη για να οδηγήσει ξεβρακώνεται κάθε βράδυ στην τηλεόραση,το κοριτσάκι μου σε μάρανε ;Αυτές δεν σε ενοχλούν ; “ ,μου απάντησε όταν τον ρώτησα τι έλεγε η γειτονιά.”Στα όπα όπα την έχουμε στο μαγαζί,όχι μόνι για πάρτη μου, ξέρεις τώρα,όποιος γουστάρει,όλοι την καμαρώνουμε.Χώρια που σκουπίζει,σφιυγγαρίζει,και εκεί που ερχόντουσαν όλοι σαν τους γυφταρέους,τώρα μου παρφουμάρονται για να τους ρυθμίσω πλατίνες.Έτσι το κορίτσι και άμα αλλάζω λάδια και μου λείπει κανένα εργαλείο,τη φωνάζω και με εκείνα τα χεράκια της τα άσπρα,μου κατεβάζει τα σταυροκατσάβιδα στο λάκκο.”Αυτό έπρεπε να το δω,δεν βλέπεις συχνά στριπτηζού να φτιάχνει καφέ την ώρα που αλλάζεις λάδια στο Hi-Lux.Η BMW έλειπε.Πάρκαρα απ' έξω και περίμενα,όταν είδα ένα γεράκο να βγαίνει από την πόρτα του και πίσω του ένα χαμόγελο με ξανθιά περμανάντ και γαλανό μάτι.Κοντοστάθηκε,ίσιωσε την τραγιάσκα του,κοίταξε την πανύψηλη κοπέλα και τη ρώτησε: “Πως σε είπαμε κοκόνα μου;"
    “Σβετλάνα ,παππού”,αποκρίθηκε εκείνη. “Σβετλάνα ,ε ! Τι Βιάγκρα και πράσινα άλογα,Σβετλάνα, Σβετλάνα!”,μονολόγησε ο μπάρμπας.Την ίδια στιγμή η πορτοκαλί μούρη της 2002 φάνηκε στη γωνία,ο Νικήτας πάρκαρε δίπλα μου,έσβησε,τα Dell' Orto σώπασαν και άφησαν να ακουστεί από το λιωμένο Blaupunkt η φωνή υου Πάνου Μιχαλόπουλου, “Είμαστε κάτω από το αυλάκι και δεν σηκώνω καψονάκι ...”
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  6. The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:

    doctore (29-09-13), Nino (07-10-13)

  7. #4
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    44
    Μηνύματα
    7.739
    Thanked
    17920
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Ο tettra e nosso

    Στις 5 Δεκεμβρίου του 1980,ένας παρανοϊκός δολοφόνος πυροβόλησε και σκότωσε τον Τζον Λένον έξω από το σπίτι του στη Νέα Υόρκη. Είπαν τότε γιΆ αυτή τη μέρα, ότι ήταν η μέρα που πέθανε η μουσική. Για πολλούς ,την 1η Μαΐου 1994 στην Ίμολα πέθαναν οι αγώνες F1.
    Εκείνη την Κυριακή ο ήλιος ήταν καλοκαιρινός στην Αθήνα. Τίποτα δεν θα με καθήλωνε εμπρός από την τηλεόραση. Είχα πάρει την καινούρια μοτοσυκλέτα μου, την είχα πλύνει κι είχα βγει βόλτα στην παραλία , Καβούρι-Λιμανάκια-Βάρκιζα.Γύρισα αργά στο σπίτι .Στην πόρτα κιόλας, άκουσα να με ρωτούν: «Τα έμαθες ;Σκοτώθηκε ο Σένα.»Το πιο έντονο συναίσθημα των πρώτων εκείνων στιγμών, δεν ήταν η θλίψη. Ήταν η ανυπέρβλητη έκπληξη. Φαινόταν αδιανόητο. Ο Σένα δεν κάνει λάθη .Ο Σένα τα μετράει και τα υπολογίζει όλα. Δεν γίνεται να σκοτώθηκε ο Σένα. Εδώ δεν χτύπησε με την άθλια Toleman και τη δαιμονική Lotus των νεανικών του χρόνων. Δεν ήταν δυνατόν να του συνέβη κάτι τέτοιο, τώρα, στα χρόνια της ωριμότητας. Είχα δει το ατύχημα του Ρόνι Πέτερσον στη Μόντσα. Είχα κλάψει βλέποντας τον Ζιλ Βιλνέβ να τινάζεται έξω από την τσακισμένη Ferrari στο Ζόλντερ. Θυμόμουν πάντα τον Χένρι Τοιβόνεν , που άφησε την τελευταία του πνοή στην Κορσική. Αυτοί οι οδηγοί , με πρώτο τον Βιλνέβ , ήταν οι αγαπημένοι μου. Τον Σένα βεβαίως τον θαύμαζα ,αλλά δεν μπορώ να πω ότι τον αγαπούσα.Ήταν απόμακρος και για πολλά χρόνια οδηγούσε το καλύτερο αυτοκίνητο , την αντιπαθητική Mclaren.Οι δικοί μου ήρωες έπρεπε να παλεύουν σε άνισους αγώνες για να τους λατρέψω. Όμως ο Βιλνέβ, μπορεί να είχε το καλύτερο κοντρόλ και τη μεγαλύτερη ψυχή που γνώρισαν οι πίστες μετά τη μέρα που ο Νουβολάρι κρέμασε τα γάντια του, αλλά σου έδινε να καταλάβεις ότι κινείται συνεχώς μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Ήταν ζήτημα χρόνου να γίνει το μεγάλο ατύχημα. Ο Βιλνέβ έπαιζε κρυφτούλι με το θάνατο σΆ όλη του τη ζωή.
    Ο Σένα ήταν ασύγκριτα πιο πειθαρχημένος και συγκροτημένος. Έπειθε ,κάθε, στιγμή ότι είχε τον απόλυτο έλεγχο. Αν έβλεπες κάποιον να κινείται ταχύτερα από τον Σένα, ήξερες ότι ή οδηγεί καλύτερο αυτοκίνητο ή ότι, σύντομα, θα βγει από το δρόμο. Δεν ήταν λοιπόν δυνατόν να έχει σκοτωθεί, οδηγώντας, ο Σένα. Πρέπει να κάνεις λάθος για να σκοτωθείς στο τιμόνι. Κι ο Σένα δεν έκανε λάθη. Μια φορά έκανε λάθος, όταν σβούριξε όντας 1ος , κι ύστερα από αυτό κλείστηκε στο σπίτι του, έκλαιγε και δεν μιλούσε σε κανέναν. Για μέρες.
    Ε, λοιπόν πώς να πιστέψω ότι αυτός ο άνθρωπος έκανε ένα θανατηφόρο λάθος μέσα στην πίστα; Αν ο Σένα χάνει τη ζωή του οδηγώντας, τότε κανείς δεν μπορεί να είναι ασφαλής όταν οδηγεί. Θα παρομοίαζα το συναίσθημα με αυτό της επίθεσης στους Δίδυμους Πύργους. Ύστερα από αυτήν, όλα αλλάζουν ,το αίσθημα της ασφάλειας χάνεται, οι παγκόσμιες σταθερές μεταβάλλονται. Μετά την έκπληξη ήρθε η θλίψη για την απώλεια του συμβόλου, ο πόνος για το χαμό του ανθρώπου. Κι ύστερα ήρθε εκείνη η καταραμένη εικόνα στην τηλεόραση. Η Williams που ξεκολλάει και σκάει πάνω στη μπαριέρα. Και μετά ήρθαν οι αλήθειες. Οι αλήθειες που σε πονούν, σε χτυπούν, σε σφυροκοπούν στο μέτωπο : ο αγώνας που συνεχίστηκε κανονικά, ο θάνατος που ανακοινώθηκε ώρες αργότερα για να μη χαλάσει το πανηγύρι. Το σπασμένο τιμόνι της Williams, η δίκη – παρωδία, η τηλεμετρία που δείχνει ότι και στα τελευταία δέκατα πριν από τη σύγκρουση ,όταν η μπαριέρα ήταν σε απόσταση αναπνοής ,ο Σένα πατούσε το γκάζι. Γιατί μόνο με γκάζι είχε μια ελπίδα να αλλάξει τροχιά το ανεξέλεγκτο μονοθέσιο. Ο βρετανικός Τύπος που κλείνει τα μάτια, «έφταιγε το οδόστρωμα», «έφταιγαν οι οργανωτές», «έφταιγε ο Σένα». Έφταιγαν οι πάντες ,πλην του σεβαστού κ.Φρανκ που παρακολουθούσε απαθής από το καροτσάκι του.
    Όποτε σκέφτομαι τον Σένα, έρχονται μπροστά μου δύο εικόνες. Μέσα της δεκαετίας του Ά80, ο Σένα με τη μαύρη Lotus να ξεκινάει για flying lap και να σου κόβεται η ανάσα. Τα τεράστια super soft ελαστικά, τα 1.300 άλογα ,οι φλόγες του turbo, τα εξώκοσμα αυτοκίνητα χωρίς κουμπάκια και βοήθειες. Τα χρονόμετρα που σφραγίζουν το Απόλυτο.
    Και το πανό. Το λευκό πανό που ξεδίπλωσαν οι Βραζιλιάνοι ποδοσφαιριστές στον τελικό του Μουντιάλ του Ά94 : Senna acceleramos juntos, o tettra e nosso . Σένα επιταχύνουμε μαζί, το τέταρτο είναι δικό μας. Το κύπελλο πήγαινε για τέταρτη φορά στο Ρίο. Ο εθνικός ήρωας όμως δεν είχε προλάβει να κατακτήσει τον τέταρτο του τίτλο. Η εθνική ομάδα του χάριζε τον δικό της.
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  8. The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:

    doctore (29-09-13), Nino (07-10-13)

  9. #5
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    44
    Μηνύματα
    7.739
    Thanked
    17920
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Happiness is a warm gun

    Eίναι Παρασκευή απόγευμα, βρέχει ασταμάτητα, η εθνική έχει κίνηση, νυχτώνει, τα φώτα μου είναι αρρύθμιστα και δεν έχω καθαριστήρες. Ρυμουλκώ για πρώτη φορά στη ζωή μου τρέιλερ, και το προηγούμενο βράδυ κάποιος μου έσπασε τον πλαϊνό καθρέφτη του αυτοκινήτου κι έτσι δεν βλέπω τίποτα προς ία πίσω. Έχω ξυπνήσει από τις πέντε το πρωί, θα έπρεπε να είμαι πολύ κουρασμένος και εκνευρισμένος, όμως, όχι μόνο δεν έχω νεύρα, αλλά είμαι χαρούμενος, είμαι ευτυχισμένος.
    Είμαι ευτυχισμένος γιατί η ευτυχία είναι μία πρωτίστως διανοητική κατάσταση. Δεν εξαρτάται από τα πράγματα. Εξαρτάται από εσένα τον ίδιο. Είσαι ευτυχής όταν το αποφασίσεις. Εγώ εκείνη τη μέρα βρισκόμουν ύστερα από πολύ καιρό ξανά στο δρόμο, στον ανοιχτό δρόμο, οδηγώντας. Ήμουν ευτυχισμένος και η ευτυχία σου δίνει δύναμη, αφού η ευτυχία είναι ένα ζεστό όπλο, όπως τραγουδούσαν οι ποιητές του Λίβερπουλ. Οδηγούσα στη φθινοπωρινή ύπαιθρο και μικρές λεπτομέρειες σαν κι αυτές δεν ήταν ικανές να με προβληματίσουν.
    Σκέφτομαι πόσες φορές έχω ψάξει to ιδανικό αυτοκίνητο για την ιδανική διαδρομή, πόσο χρόνο, χρήμα και όνειρο -πάνω απ' όλα- έχω ξοδέψει για να φέρω τα πράγματα στα μέτρα μου και πόσο εύκολο είναι στ' αλήθεια να είσαι ευτυχισμένος στο τιμόνι. Κι αυτό, γιατί ο κύριος λόγος που είσαι ευτυχισμένος είναι ακριβώς αυτός: ότι βρίσκεσαι στο τιμόνι.
    Σίγουρα η ανάβαση του Αχλαδόκαμπου με μία Countach, τα περάσματα της Κακιάς Σκάλας με μία MV Agusta, είναι κάτι διαφορετικό από τη ρυμούλκηση τρέιλερ με ένα κουρασμένο χιλιοπεντακοσάρι δεκαπενταετίας, με τις συνθήκες που ταξίδευα εκείνη την ώρα. Όμως, η διαφορά δεν είναι τόσο μεγάλη, όσο συχνά αφήνουμε τον εαυτό μας να πιστεύει. Η ελεύθερη οδήγηση στους άδειους δρόμους είναι η τούρτα, το είδος του οχήματος και η ποιότητα της διαδρομής είναι απλώς το κερασάκι. Αυτό δεν μειώνει την αξία που έχει το κερασάκι, για όλους όσους αντιλαμβάνονται τη διαφορά ανάμεσα στο ρήμα «οδηγώ» και στο ρήμα «μετακινούμαι. Το κερασάκι αξίζει και για χάρη του γίνονται όλες εκείνες οι αμαρτωλές υπερβολές που μας πηγαίνουν και πάλι στο ατέρμονο ψάξιμο του ιδεατού. Αναμφίβολα το κερασάκι έχει τη δική του μοναδική γλύκα, είναι όμως λάθος να στερούμε τους εαυτούς μας από την απόλαυση της γεύσης της τούρτας.
    Κάπως έτσι το ταξίδι στο χωριό, για να φορτώσω τη βάρκα μου στο τρέιλερ και να τη φέρω πίσω στην Αθήνα για να ξεχειμώνιασει είχε μεταβληθεί από φαινομενική αγγαρεία, σε μία εξαιρετική εμπειρία.
    Έφτασα στο σπίτι αργά το βράδυ και άναψα τη σόμπα να ζεστάνει, γιατί έμενε κλειστό από το καλοκαίρι και ήταν παγωμένο. Έριξα μια ματιά στη μικρή κόκκινη βάρκα, που έστεκε παρατημένη στην αυλή, και ξεκοτσάρισα το τρέιλερ για να είμαι έτοιμος για πρωινή βόλτα χωρίς το έρμα. Με τον ήχο της θάλασσας γιο συντροφιά, τυλίχτηκα στις κουβέρτες και σε λίγη ώρα είχα αποκοιμηθεί
    Ξύπνησα γύρω στις εννιά, η βροχή είχε σταματήσει, από το παράθυρο φαινόταν γκρίζος ο ουρανός, μα έμοιαζε να καθαρίζει στο βάθος. Έφυγα λοιπόν για μια βόλτα γύρω στα βουνά. Χάθηκα σε δασικούς δρόμους σκεπασμένος από τα πλατάνια που έριχναν τα φύλλα τους στο χώμα. Φύλλα κόκκινα που σηκώνονταν στον αέρα καθώς περνούσα, αιωρούνταν για λίγο και ύστερα ξαναέπεφταν πάλι στη γη. Κοντά στα πλατάνια οι ελαιώνες, οι ελιές με εκείνη την απίστευτη διχρωμία ασημί και πρασίνου, και ο αέρας βουνίσιος, κρύος, να κατεβαίνει από τις κορφές με τα μαυρόπευκα και τα έλατα, οι καμινάδες να καπνίζουν στα χωριά. Και ανάμεσα τους εγώ, να οδηγάω με ένα χαμόγελο που έφτανε έως τον ουρανό, άλλοτε γρήγορα, με ήχο από το σπινάρισμα στις εξόδους των στροφών να νικά τη βουή του αέρα, και άλλοτε αργά, ρολάροντας με νεκρά μην ενοχλήσω τη γιαγιά που γύριζε από το χωράφι μαζί με το γαϊδουράκι της.
    Πέρασα πολλή ώρα εκεί πάνω, κι μόνο αφού έγραψα καμιά ογδονταριά χιλιόμετρα στα βουνά, γύρισα πίσω στο χωριό και πήγα να βρω τους παλιούς φίλους στο καφενείο. Με τάβλι, καφέ και κουβέντες για σμέρνες, τόνους και ξιφίες, πέρασε η ώρα και έφτασε η στιγμή για τα τσίπουρα. Περπατήσαμε ως το κοντινό λιμανάκι, και μπήκαμε σΆ ένα μικρό ταβερνείο δίπλα στην προβλήτα. Εκεί κατεβάσαμε κάτι διπλά τσίπουρα μαζί με φρέσκα μπακαλιαράκια, γαρίδες, και καραβίδες, με το κύμα να σκάει στα τζάμια και να νομίζεις ότι το αντιμάμαλο θα φέρει όλο το Αιγαίο μέσα στο μικρό δωματιάκι με τη ξυλόσομπα. Και ύστερα πήγαμε στο σπίτι του φίλου μου, η γυναίκα του είχε ετοιμάσει σπετζοφάι. Για συνοδεία ήπιαμε μερικά ποτηράκια από το κόκκινο κρασί που ακόμη ωρίμαζε στο βαρέλι, και ήταν θολό, βαρύ και γλυκό, και έτσι πέρασε το πρωινό και το μεσημέρι μου, πρώτο Σάββατου του Νοεμβρίου, στη μαγική ελληνική επαρχία.
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  10. The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:

    doctore (03-10-13), Nino (07-10-13)

  11. #6
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    44
    Μηνύματα
    7.739
    Thanked
    17920
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Οδύσσεια για ένα 124

    Ο όμοιος τον όμοιο κάνουνε παρέα, λένε στα καφενεία οι παππούδες και ως συνήθως, έχουν δίκιο. Έχω κι εγώ ένα φίλο, κάτοχο ενός ερειπωμένου 124, το οποίο πέρασε τα πρώτα 26 χρόνια της ζωής του στο γκαράζ ενός σοβαρού οικογενειάρχη, που ολημερίς το γυάλιζε και το κέρωνε. Μέχρις ότου η άδικη μοίρα το έφερε στα βάρβαρα χέρια του Νίκου, ο οποίος ασελγεί επάνω του κατά συρροήν, κατά σύστασιν και κατ' εξακολούθησιν. Αφού λοιπόν, κατέστρεψε το αυθεντικό μοτέρ που στοργικά υπηρετούσε το μικρό FIAT από το 1970, έβαλε ένα χιλιοπεντακοσάρη κινητήρα LADA, προσωρινά, "μέχρι να δούμε τι θα κάνουμε". Έκτοτε και ύστερα από ποικίλες δοκιμασίες, όπως weekend στο Autodromo di Megara χωρίς αύριο και ανάβαση Υμητού από το χώμα χωρίς λόγο, το 124 εξακολουθούσε να παίρνει μπρος με την πρώτη μιζιά, να κρατάει ρελαντί ακόμη και όταν κάτι βίδες που λασκάρανε από τα κοπανήματα στην υπερειδική της Αναβύσσου πέφτανε μέσα στο ρωσικό καρμπυρατέρ και τις βγάζαμε με μυτοτσίμπιδα. Μέχρι που μια μέρα, κάπου μεταξύ Κορωπίου και Βάρης, οι βαλβίδες αποφάσισαν να συνάψουν στενές σχέσεις με τα πιστόνια, ύστερα από τόσα χρόνια που πέρασαν χωριστά και καρφώθηκαν όλες μαζί επάνω τους.
    Ο επόμενος καφές, συνοδεία μιας ντουζίνας ντόνατς με κρέμα Μπαβαρουάζ στη Γλυφάδα, ξεκίνησε με μεγαλεπήβολα σχέδια. Θα ταιριάζαμε έναν κινητήρα από integrale, κλασικός bialbero θα είναι, μπαίνει. Στο δεύτερο τελάρο ντόνατς, έπεσε στο τραπέζι η μεγάλη ιδέα: LadaGrale. Ως γνωστόν, στα 124ειδή τα πάντα είναι εναλλάξιμα από τα διάφορα μοντέλα της Fiat, Lada, Seat κλπ, θα βάζαμε λοιπόν τη μετάδοση από το Niva και θα αποκτούσαμε το μοναδικό 124 turbo 16V 4x4 σε αυτή τη μεριά του γαλαξία.
    Και εκεί που ετοιμαζόμασταν να πάρουμε πριόνια και τροχούς για να σφάξουμε το ταλαίπωρο φιατάκι, μας κατέλαβε μια πρωτοφανής κρίση λογικής και εγκράτειας και στραφήκαμε στην πιο εφικτή λύση, την τοποθέτηση ενός δίλιτρου Mirafiori. Πήραμε λοιπόν σβάρνα τα παλιατζίδικα, πέσανε και τα σχετικά τηλέφωνα και εν τέλει η σωτηρία φάνηκε να έρχεται από άλλον φίλο, τον Πάνο, κάτοχο ενός 131 σε κατάσταση αποσύνθεσης. Είχε μείνει από διαφορικό κάπου στην Πελοπόννησο εδώ και μήνες. Όμως φόραγε δίλιτρο και διπλά και καλό καπάκι, αντίγραφο από το αγωνιάρικο Ritmo ενός τρίτου φίλου, σπέσιαλ παραγγελία στην Alquati στα όρια του Group A. Και είχε και πεντάρι σαζμάν Abarth με τις σωστές σχέσεις. Μόνο αυτά αξίζανε από το σάπιο κουφάρι, μόνο αυτά θα ήθελε και ο Νίκος για το δικό του, και η μέρα που το μαύρο 131 θα μεταμόσχευε τα ζωτικά του όργανα στο πράσινο 124 πλησίαζε.
    Έπρεπε βέβαια να φτάσουν κάπως τα πράγματα στην Αθήνα. Αντί λοιπόν της απλής μεθόδου, που θα ήταν να κατέβαιναν μοτέρ-κιβώτιο στο Κιάτο, να τα φορτώναμε και να τα πηγαίναμε στο 124, οι φίλοι μου θεώρησαν πιο λογικό να μεταφέρουμε στο Κιάτο ένα υγιές διαφορικό και όταν το περνούσε ο τοπικός μάστορας στο 131, θα το οδηγούσαμε στο σημείο που θα λάβαινε χώρα η επέμβαση. Χωρίς να καταλάβω το γιατί, συμφώνησα ότι ήταν μια καλή ιδέα και αποφασίσαμε να πεταχτούμε το επόμενο απόγευμα.
    Κοτσάραμε λοιόν την μπαγκαζιέρα στο οικογενειακό Punto του Νίκου, πετάξαμε μέσα ένα διαφορικό από Polski 1600 (της ίδιας οικογενείας είναι, ταιριάζει) και τρία-τέσσερα λάστιχα για να μην κοπανάνε τα σίδερα και ξεκινήσαμε. Η ώρα ήταν πέντε, υπολογίζαμε ότι στις εννιά θα είχαμε γυρίσει.
    Σιγά μην ήταν τόσο απλό, βέβαια. Κατ' αρχήν, έβρισκε το λάστιχο της μπαγκαζιέρας στο φτερό και λίγο-λίγο σκίστηκε. Ύστερα βγήκανε τα λινά και τριβόντουσαν επάνω του, κάνοντας φοβερό σαματά και έτσι μετά τον Ασπρόπυργο σταματήσαμε. Ο φίλος μου, σε μια έκρηξη πνεύματος, ξεφούσκωσε το λάστιχο, για να μην ακουμπάει. Μάλλον όμως το παράκανε, αφού μόλις εδέησε να αφήσει τη βαλβίδα, ούτε πέντε λίμπρες αέρα δεν είχαν απομείνει μέσα, αποκτήσαμε έτσι μια ακόμα βλάβη.
    Μην ανησυχείς, μου είπε, έχω ηλεκτρική τρόμπα, τη συνδέεις στον αναπτήρα και το φουσκώνει μόνη της. Έλα όμως που η τρόμπα δεν έφτανε μέχρι την μπαγκαζιέρα. Τρόμπα χειρός δεν είχαμε, να ξεκοτσάρουμε βαριόμασταν και σαν δίδυμο Ποντίων συνεχίσαμε εν μέσω μιας μοναδικής κακοφωνικής συμφωνίας από τα αδιάκοπα μαστιγώματα των λινών στο φτερό.
    Από το κοπάνημα σύντομα ξεπριτσινώθηκε το φτερό, και με κρότο πετάχτηκε και χάθηκε στο βάθος, μετά την πρώτη γερή αριστερή της Κακιάς σκάλας. Σταματήσαμε να επιθεωρήσουμε τη ζημιά και καταλήξαμε ότι αυτό που έπρεπε να κάνουμε ήταν να βγάλουμε και το αριστερό φτερό γιατί έτσι μονόπαντο φαινόταν άσχημο, η εικαστική άποψη μας μάρανε τρομάρα μας.
    Δρόμο παίρναμε, δρόμο αφήναμε ο θόρυβος δυνάμωνε, το κράτημα γινόταν χειρότερο από Cortina με λιωμένα σινεμπλόκ και ουζαρισμένα πίσω αμορτισέρ (εάν υπάρχει κάτι χειρότερο από αυτό), μέχρι που το λάστιχο σχίστηκε στη μέση και μείναμε με τη ζάντα.
    Σφυρίζοντας, δήθεν αδιάφορα, βάζουμε το γρύλλο στη μπαγκαζιέρα αλλά ήταν θεόψηλη και δεν έφτανε να τη σηκώσει. Χώνουμε και τα διάφορα λάστιχα που κουβαλάγαμε από κάτω, τσιμεντόλιθους και λοιπά αξεσουάρ από τα παρακείμενα μπάζα στην άκρη του δρόμου, τη σηκώσαμε τελικά. Υπήρχε βεβαίως μια μικρή διαφορά στο καρέ της ρεζέρβας ανάγκης του Punto και της πλήμνης της μπαγκαζιέρας, όμως με δυο κλοτσιές όλα γίνονται.
    Λίγο αργότερα, μεσ' στη μαυρίλα και στην κούραση, φτάσαμε στο Κιάτο, όπου εγκαταλείχαμε το διαφορικό στο χωράφι που σάπιζε το 131, ώστε να το βρεί την άλλη μέρα ο μάστορας και να το μοντάρει. Στις δυο η ώρα τη νύχτα ήμουν σπίτι, ούτε οχτώ ώρες δεν μας πήρε.
    Μια εβδομάδα μετά ετοιμάστηκε το Fiat, πήγαμε κι εμείς να το μαζέψουμε. Παρατημένο σε κάτι αγρούς, του λείπαμε φώτα, μάσκα και προφυλακτήρας, με το φως της μέρας φαινότανε πιο άθλιο από ότι στο σκοτάδι. Βεβαίως και δεν έπαιρνε μπροστά. Σπρωχτό αποφασίζουμε, μπαίνω μέσα εγώ ο έξυπνος, με σπρώχνουν οι άλλοι, δευτέρα αρπάζει, γκάζι να μη σβήσει και ευθεία στο χωματόδρομο, τρίτη, μια χαρά πάει το μοτέρ σκέφτομαι και φτάνω στη διασταύρωση με το κεντρικό δρόμο. Πατάω το φρένο και το πεντάλ κάνει ένα "φαπ" και μένει στο πάτωμα. Τραβάω το χειρόφρενο, ξεριζώνεται και μου μένει στο χέρι, οπότε βρίσκομαι με εξήντα χιλιόμετρα την ώρα, στα τυφλά, να κάνω Froggie διασχίζοντας τον κεντρικό. Αποφεύγω μια Corolla που πλησίαζε απειλητικά και, όπως προσπαθώ να γυρίσω επί τόπου χωρίς να σβήσει και χωρίς να εμβολίσω μια σταθμευμένη μπετονιέρα, μουριάζει και φεύγω γραμμή για το χαντάκι. Καρφώνω πρώτη για να κόψει, φρενάρει μεν, αλλά σβουρίζει, σβήνει και σταματάω με το πορτ μπαγκάζ πάνω από το γκρεμό και τους πίσω τροχούς έτοιμους να το ακολουθήσουν.
    Βγήκα αργά-αργά έξω μην το ανησυχήσω και έρθει τούμπα, και, βρίζοντας, περπάτησα πίσω που περίμεναν οι άλλοι. Τελικά το βάλαμε μπροστά, αλλά οι φίλοι μου δεν τα βρήκανε στον τρόπο μεταφοράς του, καθότι ουδείς δεν ήθελε να οδηγήσει αυτό το πράγμα μέχρι την Αθήνα, είπαν να το αφήσουμε γι' άλλη φορά και η συμφωνία χάλασε.
    Στους μήνες που πέρασαν από τότε, πολλά άλλαξαν. Ο Νίκος βρέθηκε να φυλάει τα ανατολικά μας σύνορα και ο Πάνος απέκτησε σχιστά μάτια και κιτρινωπή απόχρωση για χάρη ενός Miata. To επικό 124 ξαναζεί με άλλο δίλιτρο κινητήρα που αγοράστηκε αντί 60.000 δραχμών και δώρο δυο όρθια 40αρια και ηλεκτρικό βεντιλατέρ. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι το υπάρχον διαφορικό άρχισε ήδη να κοπανάει, οπότε με βλέπω στην επόμενη άδεια του ιδιοκτήτη να τρέχουμε πάλι κάποια νύχτα στην Κορινθία να ξηλώνουμε το πολωνέζικο. Εκτός, και αν έχω προλάβει να πάω κι εγώ φαντάρος στο μεταξύ και τη γλιτώσω.
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  12. The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:

    doctore (03-10-13), Nino (07-10-13)

  13. #7
    Εγγραφή
    30-07-10
    Περιοχή
    Ξεσσαλονικη!
    Ηλικία
    44
    Μηνύματα
    7.739
    Thanked
    17920
    Rides
    1

    Προεπιλογή

    Αλλάχ, Αλλάχ

    Εκείνο το μεσημέρι με είχαν κρατήσει μια ώρα παραπάνω στο Συνεργείο Επισκευής Φορητού Οπλισμού. 'Όταν λοιπόν πήρα το τζιπ κι έφτασα στο θάλαμο του Κτιρίου Πυρομαχικών, ενός φρικαλέου παραπήγματος στο τέρμα του Ναυστάθμου, η τραπεζαρία ήταν άδεια, όλοι είχαν πέσει για ύπνο. Έριξα μια ματιά στην ανοιχτή τηλεόραση. Δύο ουρανοξύστες καιγόντουσαν, το σήμα του CNN και από κάτω η μπαρέτα έλεγε «Το Κέντρο Παγκοσμίου Εμπορίου Κατέρρευσε».
    - Μαλακίες του Χόλιγουντ, μουρμούρισα, βέβαιος ότι έβλεπα πλάνα από κάποιο νέο Mad Max. Προσπέρασα την πόρτα Και πήγα προς το θάλαμο. Έπρεπε να κοιμηθώ γιατί το βράδυ είχα νυχτερινή εξάωρη σκοπιά 2-8 στο φυλάκιο Α.

    Ο θάλαμος βρώμαγε, όπως μόνο ένας στρατιωτικός κοιτώνας μπορεί να βρωμάει. Έκανε ζέστη και οι μύγες είχαν στήσει χορό στα σεντόνια. Προτιμώντας την πρώτη από τις δεύτερες, σκεπάστηκα ολόκληρος και προσπάθησα να κοιμηθώ.

    Κάποια στιγμή ένας ναύτης όρμηξε στο δωμάτιο ουρλιάζο¬ντας ακατάληπτα.
    - Κοιμάμαι, ρε! φώναξα.
    I Ξύπνα, έγινε χαμός, επέμενε, πέσανε δυο αεροπλάνα στους Πύργους της Νέας Υόρκης, μάλλον τρομοκράτες.
    | Καλά, τραγούδα, είπα και άλλαξα πλευρό.
    Σύντομα οι φωνές από την τραπεζαρία δυνάμωσαν τόσο που μόνο ο Κουασιμόδος θα μπορούσε να συνεχίσει τη σιέστα του. Κοίταξα το ρολόι μου, πέντε το απόγευμα, Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου, φόρεσα παντελόνι αγγαρείας, αρβύλες και σύρθηκα έως την τηλεόραση.
    Ο ναύτης έλεγε αλήθεια, δεν ήταν Mad Max. Σύντομα απαγορεύτηκε η κυκλοφορία στο Ναύσταθμο, το σύστημα τέθηκε σε επιφυλακή, ανεστάλησαν οι άδειες. Οι μπάρμπα-Μπεν, το ένδοξο σώμα των υπαξιωματικών Π.Ν. ήταν στα όρια του πάρκινσον από τον τρόμο. Το βράδυ ο οπλονόμος μάς έστειλε συγκινημένος -με όση συγκίνηση μπορεί να κρύβει μέσα του ένας ανθύπας- στα φυλάκια. Να προσέχετε παιδιά, ήταν τα λόγια του. Τι να προσέχουμε δηλαδή; Μην έρθουν ορδές από αφιονισμένους μουτζαχεντίν να μας πάρουν τα ΜΙ;
    Πέρασα όλη τη βάρδια στο ραδιόφωνο. Ένας κληρούχας έστειλε μήνυμα από το Πεντάγωνο. Είχε βάρδια στην ταράτσα. Του είχαν πει να κοιτάζει τον ουρανό μήπως δει κάτι να έρχεται από ψηλά. Λες κι αν έβλεπε κανέναν πύραυλο θα προλάβαινε κάτι να κάνει. Όμως η εντολή ήταν εντολή. Για μήνες μετά την επίθεση κάποιοι ταλαίπωροι φυλάγανε σκοπιά στην ταράτσα του Γενικού Επιτελείου κοιτώντας τον ουρανό με τα κιάλια.
    Όταν έπαψε η επιφυλακή και βγήκα έξω, πήγα για καφέ με φίλους. Ένας από αυτούς πήρε το κινητό μου κι έβαλε τη φάτσα του Οσάμα Μπιν Λάντεν για logo. Φαινόταν μάλλον γελοίο. Το ίδιο τζιν στο τηλέφωνο. Σκουπίζοντάς το, είδε τον γενειοφόρο Σαουδάραβα κι έβαλε τα γέλια. Πιάσαμε την κουβέντα. Βγήκαμε μόλις έκλεισε το μπαρ. Κράτησα το logo.
    Πέρασαν μήνες, ήρθε το καλοκαίρι, είχα πια κάνει τον κύκλο μου ως ναύτης. Από το λούμπεν προλεταριάτο των Συνεργείων Επισκευής Φορητού Οπλισμού είχα περάσει στη νομενκλατούρα, ήμουν σεβαστός οδηγός Ναυάρχου. Από δεξίωση σε κοκτέιλ πάρτι και από δείπνο σε χορό πήγαινα. Εκείνο το μεσημέρι γινόταν μια γιορτή στην κατοικία του Αμερικανού πρέσβη. Σύσσωμη η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία του τόπου έπρεπε να δώσει το παρών. Σημαιοστόλισα το Mondeo, έβαλα την πινακίδα με τα αστέρια και μέσα στην πυκνή κίνηση της Αθήνας προσπάθησα να φτάσω στον τόπο της εκδήλωσης. Δύσκολο. Κι αυτό γιατί τα μέτρα ασφαλείας ήταν δρακόντεια, όπως λένε στην τηλεόραση οι φερόμενοι ως δημοσιογράφοι. Όλοι οι γύρω δρόμοι είχαν κλείσει, αστυνομία, σφυρίχτρες, πανικός. Έφτασα καθυστερημένα, άφησα
    τον προσκεκλημένο στην είσοδο βράδυ η μπαργούμαν, όπως με σέρβιρε, αστόχησε κι έριξε λίγο και πάρκαρα λίγο πιο κάτω.
    Αριστερά ήταν η είσοδος για τους επισήμους και από δεξιά υπήρχε ένας μικρός χώρος απ' όπου έμπαιναν οι οδηγοί. Στην πόρτα έδινες το όνομα του καλεσμένου και το δικό σου. Έλεγχαν τον κατάλογο και σε άφηναν να περάσεις. Στάθηκα στην ουρά κι όταν ο προπορευόμενός μου έφτασε στο σημείο ελέγχου πρόσεξα ότι ο φρουρός κρατούσε τα κινητά των οδηγών. Προφανώς για να αποκλειστεί τρομοκρατική επίθεση μέσω ειδοποίησης του τύπου: «Τον βλέπω τώρα, είναι δίπλα στο φοίνικα, κρατά» ένα καναπεδάκι με ροκφόρ στο χέρι».
    Δίσταζα να το δώσω. Εάν το έδινα, δεν θα μπορούσε να με ειδοποιήσει ο Ναύαρχος για να φύγουμε. Απ' την άλλη δεν σκόπευα να κάτσω πολύ, κάτι να πιω για ξεδίψασμα ήθελα, άλλωστε με τη λευκή θερινή στολή του κελευστή έκανα μπαμ από μακριά. Αν με ήθελε κάτι θα με έβλεπε.

    Μόνο όταν άπλωσα το χέρι μου θυμήθηκα το logo του κινητού. Πάγωσα. Τι θα γινόταν αν ο Αμερικανός πεζοναύτης έβλεπε τον Οσάμα να τον κοιτάζει; Ασφαλώς θα έληγε εκεί η καριέρα του Ναυάρχου, εγώ μπορεί να βρισκόμουν στο Γκουαντάναμο, χώρια ότι το διπλωματικό επεισόδιο μπορεί να έβαζε σε επικίνδυνες σκέψεις τον Μπους Τζούνιορ. Τέντωσα τα δάχτυλά μου για να το κλείσω. Τη στιγμή που η παλάμη του φρουρού ακο¬μπούσε την κεραία, είδα την οθόνη να σβήνει. Ο θεός είναι μεγάλος. Αλλάχ-ου άκμπαρ, όπως θα έλεγαν και οι Ταλιμπάν.
    Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.



  14. The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:

    doctore (03-10-13), Nino (07-10-13)

Δικαιώματα - Επιλογές

  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα
  • Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα
  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε συνημμένα
  • Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας
  •  
BACK TO TOP