-
Χαμένος Παράδεισος
Διαβάζοντας ένα αγγλικό περιοδικό, πριν από δέκα-δώδεκα χρόνια, το βλέμμα μου έπεσε σε μια μαυρόασπρη διαφήμιση, που μου έκανε τόση εντύπωση, ώστε να τη θυμάμαι ακόμη. Έδειχνε μια Alfa 75 τρίλιτρη V6, να ανηφορίζει στις φουρκέτες του Stelvio, του υπέροχου ορεινού περάσματος των Άλπεων, μιας από τις απαιτητικότερες διαδρομές της Ευρώπης. Η λεζάντα έλεγε "Η Alfa Romeo τα κατάφερε, Μιλάνο-Λονδίνο σε πέντε ημέρες". Βεβαίως, η κάλυψη χιλίων μιλίων σε πέντε ημέρες δεν αποτελεί επίτευγμα, ιδίως όταν αναφέρεται σε ένα αυτοκίνητο 190 ίππων. Όμως εκεί ακριβώς κρύβεται η γοητεία της περιπλάνησης, της αυτοκίνησης, της οδήγησης. Στην επιλογή όχι της συντομότερης, αλλά της απολαυστικότερης διαδρομής, εκείνης που θα προσφέρει τις πλουσιότερες εμπειρίες στον οδηγό της. Το δρόμο, δηλαδή, που θα διάλεγαν να ακολουθήσουν όλοι οι ποιητές, από τον Καβάφη έως τον Κέρουακ.
Γι αυτό και η -παραδοσιακά ρομαντική Alfa- δεν επέλεξε χίλια μίλια βαρετών αυτοκινητόδρομων΄, αλλά δύο χιλιάδες μίλια μαγευτικών διαδρομών μέσα από τα βουνά και τις κοιλάδες, για να διασχίσει την Ευρώπη. Οι παλιές Εθνικές είναι ένα με τη φύση, οι καινούριες είναι ξεκομμένες από αυτή. Στις παλιές συναντάς γραφικά χωριά, στις καινούριες απρόσωπα βενζινάδικα. Οι παλιές έχουν στροφές, οι καινούριες έχουν διόδια ( ). Οι παλιές έχουν εικόνες και αρώματα, οι καινούριες έχουν ραντάρ.
Στην Ελλάδα ο πιο κλασσικός δρόμος είναι ο μυθικός Αχλαδόκαμπος, η ανάβαση δηλαδή από το Άργος στην Τρίπολη μέσω Κωλοσούρτη. Είχα πολύ καιρό να δω από κοντά αυτές τις κορδέλες, τα εσάκια, τις δεκάδες φουρκέτες και τα αναρίθμητα προσκυνητάρια. Όταν όμως βρέθηκα στο τιμόνι μιας τρίλιτρης Alfa 75 με προορισμό την Καλαμάτα, δεν χρειάστηκε να σκεφτώ δεύτερη φορά τη διαδρομή που θα ακολουθούσα. Θα πήγαινα από τον Αχλαδόκαμπο, τον πιο χαρακτηριστικό δρόμο μιας Ελλάδας που έφυγε ή φεύγει σιγά σιγά με τα χρόνια. Μιας Ελλάδας που αποτελούσε παράδεισο φυσικής ομορφιάς, μιας χώρας όπου οι άνθρωποι απολάμβαναν κάθε στιγμή της ζωής τους, ακόμη και όταν οι ανέσεις και οι οικονομικές δυνατότητες ήταν περιορισμένες. Μιας Ελλάδας που πεισματικά εξακολουθεί να παραμένει πρώτη σε κάπνισμα και αλκοόλ, αλλά και μακροβιότητας ανάμεσα στις ευρωπαίες συν-εταίρες της. Μιας κάποτε ποιητικής χώρας, που τώρα πια γεμίζει με απαγορεύσεις, ταχύρυθμες αναπτύξεις, υψηλή κερδοφορία και κυρίως, ολοένα σαφέστερα προσδιοριζόμενο και επιβαλλόμενο από το σύστημα, τρόπο ζωής για τους κατοίκους της.
Γι αυτό είναι διδακτική, αναβαπτιστική η βόλτα στον Αχλαδόκαμπο, που, άδειος από αυτοκίνητα, ανεβοκατεβαίνει τα βουνά, προκαλώντας σε να χορέψεις από στροφή σε στροφή, καθώς ο αντίλαλος του V6 φέρνει στο νου εικόνες από τη Μεγάλη Πάρνηθα, την ανάβαση Διονύσου, όλες εκείνες τις γιορτές που καταργήθηκαν η μια μετά την άλλη.
Είναι θλιβερό ότι τίποτα δεν εκτιμάς αληθινά εάν δεν το χάσεις. Ο παράδεισος που λέγεται Ελλάδα φεύγει σαν την άμμο μέσα από τα χέρια μας και, σύντομα, το νέο τοπίο ελάχιστα θα θυμίζει το παλιό. Μόνο όταν θα έχουμε πνιγεί από τα μαύρα κουτιά, τους κόφτες ταχύτητας και ευτυχίας και τις περιπολίες των ελικοπτέρων θα καταλάβουμε που ζούσαμε. Και αυτά δεν είναι πεσιμιστικές προφητείες. Στη Δυτική Ευρώπη τα αστυνομικά ελικόπτερα καραδοκούν, εντοπίζουν και συλλαμβάνουν όσους υπερβαίνουν τα όρια. Βεβαίως, εκεί όλοι βιάζονται και μετακινούνται στις αφόρητα πληκτικές εθνικές. Μονάχα τίποτα joyriders κουρσεύουν τις 911 από τις πλούσιες συνοικίες του Λονδίνου, τις πηγαίνουν στους δρόμους των δασών και εκεί ανεβάζουν στροφές που ποτέ δεν πλησίασε ο ναυλομεσίτης, ο κομμωτής και η κοκότα που τις φυλακίσε αγοραζοντάς τες.
Στην Ελλάδα, χρόνια και χρόνια τα 127 και τα Α112 σταματούσαν για σουβλάκι στους Μύλους και ύστερα ανέβαιναν τον Αχλαδόκαμπο φορτωμένα με όλη την οικογένεια, το κλουβί με τα καναρίνια, την τηλεόραση, και τη γιαγιά με τις δραμαμίνες. Σήμερα τα καναρίνια λερώνουν, τηλεόραση υπάρχει δεύτερη στο εξοχικό και τη γιαγιά την πετάξαμε στο γηροκομείο. Το παλιό σπίτι το γκρεμίσαμε, τιγκάραμε το καινούριο στην άσπρη πλαστική καρέκλα του γύφτου και εκεί που αγναντεύαμε από το χαγιάτι τώρα είναι η πιλοτή που παρκάρουμε το αυτοκίνητο για να μην κόψει το χρώμα.
Φτιάχτηκε και ο καινούριος δρόμος "χωρίς στροφές", πήραμε κινητό για να "μη μας βρεί τίποτα στις ερημιές", όμως παρ' όλα αυτά δεν πάμε πια στο χωριό. Λέγαμε ότι έφταιγε που το 1400 μας δεν είχε αιρκοντίσιον, έτσι βάλαμε 36 δόσεις και πήραμε 1800 που έχει και αιρκοντίσιον και πλευρικές μπάρες, αλλά πάλι δεν πηγαίνουμε. Επειδή δεν έχουμε χρόνο, επειδή τελικά δεν έχουμε τι να κάνουμε στο χωριό ή μήπως επειδή τρέμουμε στην ιδέα ότι πηγαίνοντας εκεί μπορεί κάποτε να αντιληφθούμε τι μας έχει συμβεί;
Όλες οι υπαρξιακές ανασφάλειες και αναρωτήσεις του τύπου γιατί μου αρέσουν τα αυτοκίνητα, γιατί ρισκάρω, γιατί απομακρύνομαι-χάνω-χωρίζω, όλες εδώ έχουν την απάντηση τους. Στην ανάβαση του Αχλαδόκαμπου, στην ξαφνική καλοκαιρινή μπόρα που δροσίζει και φέρνει τη μυρωδιά από νοτισμένο χώμα και θυμάρι, στις στροφές που ζωγραφίζουν γκρίζα φίδια ανάμεσα στο πράσινο και στο γαλάζιο. Όλες οι απαντήσεις είναι εδώ, στο βουνό που σαν κολυμπήθρα καθαρίζει το μυαλό από τις μυριάδες των γιατί που σου φυτεύουν. Και όταν αντικρύζεις το ουράνιο τόξο, στην πλαγιά που ορθώνεται πάνω από τα ερείπια του βυζαντινού κάστρου στο Μούχλι, πετάς με δύναμη όλα σου τα γιατί στο γκρεμό, που χάσκει από κάτω. "Γι αυτό", είναι η βροντερή σου απάντηση. Ο Παράδεισος δεν χάθηκε ακόμη, τουλάχιστον όχι εντελώς. Και εάν είναι γραφτό του να χαθεί, επειδή οι άφρονες δάγκωσαν, κομμάτιασαν το μήλο, αξίζει να τον γλεντήσουμε μέχρι τέλους. Μέχρις ότου χαθούμε και εμείς μαζί του.
Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.

-
The Following User Says Thank You to pilot For This Useful Post:
Δικαιώματα - Επιλογές
- Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα
- Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα
- Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε συνημμένα
- Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας
-
Κανονισμός του Φόρουμ
BACK TO TOP