-
Ο θρύλος του Ντορή Χουντίνι
Ήμασταν στη μέση της μεγάλης ευθείας ανάμεσα στο δάσος με τα πλατάνια, τρία χιλιόμετρα ασφάλτου, μιας σκοτεινής, στενής, αλλά μεγάλης ευθείας, όταν μια ανήσυχη φωνή ακούστηκε από το πίσω κάθισμα:
-Πόσο τρέχουμε;
-Τρέχουμε πολύ, με 120, απάντησε μια άλλη φωνή.
Ο συνοδηγός έβαλε τα γέλια:
-Ναι κορίτσια, 120, αλλά μίλια.
Η παρατήρηση του δεν έκανε εντύπωση στις δυο φίλες. Μάλλον δεν ήξεραν ότι για να βρουν την ταχύτητα σε χιλιόμετρα έπρεπε να πολλαπλασιάσουν επί 1,6, αλλά και να το γνώριζαν, στην κατάσταση που βρίσκονταν δεν θα μπορούσαν να κάνουν την πράξη. Η μία μάλιστα ήταν σε ηλικία τέτοια, που δύσκολα θα είχε μάθει πολλαπλασιασμό, καθΆ ότι το αισθησιακό πρότυπο του φίλου και συνοδηγού παραπέμπει στις ηρωίδες του Νομπούκοφ.
Τυπικό βράδυ καλοκαιριού. Η παρέα μαζευόταν στην πλατεία και ξεκινούσαμε με ανοιχτά παράθυρα, δυνατή μουσική και γελαστά κορίτσια, τέζα ως την ντίσκο, 12 χιλιόμετρα στροφιλίκι πιο πέρα. Εκεί οι πιο νέοι χτυπιόντουσαν στις πίστες, οι πιο γενναίοι κατέβαζαν τις μπόμπες του μπαρ και οι ομιλητικοί έχαχναν νέες συντροφιές στις ξαπλώστρες δίπλα στη θάλασσα. Λίγο πριν από το ξημέρωμα άρχισε ο γυρισμός. Ένα τρελό κομβόι αυτοκινήτων, που έκαναν πάντες ξυστά από τις γλάστρες στα ασβεστωμένα πεζοδρόμια των χωριών, με τουρμπίνες να σκάνε και φλόγες να βγαίνουν από τις εξατμίσεις, συνήθως έτσι γυρίζαμε πίσω.
Στη μέση της διαδρομής βρισκόταν η μεγάλη ευθεία, ένα μαγικό κομμάτι δρόμου, σκοτεινή, τρομακτική ώρες ώρες. Άλλοτε περνάγαμε σιγά, με 40-50 χιλιόμετρα την ώρα και τα χέρια έξω από τα παράθυρα για να νιώθουμε την ψύχρα και να χαζεύουμε τις καρυδιές και τα πλατάνια. Άλλοτε πάλι με το γκάζι στο τέρμα, και τα δέντρα να στενεύουν, να σκύβουν σχεδόν από πάνω μας και τον ήχο του μοτέρ και του αέρα –δαιμονικό, άγριο- να μπερδεύεται με τις φωνές και τις μουσικές μας.
Εκείνο το Σάββατο, που οι κοπέλες ρωτούσαν με πόσα πάμε, πηγαίναμε όντως γρήγορα, 200 παρά κάτι, όταν φάνηκε στο βάθος μια περίεργη σκιά. Άφησα στιγμιαία το γκάζι και αμέσως μετά δυο μικρές φωτεινές κουκίδες βρέθηκαν απέναντι μου. Ήταν δυο μάτια, τα μάτια ενός γαϊδάρου, που με κοιτούσαν αδιάφορα καθώς τον σημάδευα με 180 καθαρά στη μέση της ευθείας. Τίναξε την ουρά του όπως κάνουν οι γάιδαροι για να διώξουν τις μύγες όταν λιάζονται το μεσημέρι, αλλά δεν έδειχνε πρόθυμος να απομακρυνθεί. Στεκόταν πάντα κάθετα στο δρόμο, με το κεφάλι του γυρισμένο προς το μέρος μου.
Έκανα την πιο απαλή τιμονιά που μπορούσα και πέρασα από πίσω του, ελπίζοντας να μη δοκιμάσει να με κλωτσήσει τελευταία στιγμή. Προσπαθώντας να αποφύγω την ταλάντωση, που σε αυτά τα χιλιόμετρα θα με έστελνε ανάσκελα, γύρισα το τιμόνι από την άλλη και το αυτοκίνητο μαζεύτηκε τελικά στην ευθεία, ένα μέτρο πριν έρθει αγκαλιά με το τεράστιο πλατάνι.
Την άλλη μέρα, στο στέκι που μαζευόμασταν για καφέ, φλίπερ και κουβέντα, ο γάιδαρος έγινε talk of town: «Τον είδες κι εσύ;», «με πόσα πήγαινες;».
Βέβαια ο γάιδαρος ήταν ήδη γνωστός στην περιοχή. Τον βλέπαμε συχνά στην άκρη της μεγάλης ευθείας, να αγναντεύει τη διερχόμενη κίνηση. Είπαμε κάποτε του ιδιοκτήτη του να τον δέσει πιο μέσα να μη φτάνει στην άσφαλτο, και μας απάντησε ότι δεν έφταιγε αυτός, τον έδενε τον Ντορή, αλλά όλο λυνόταν. Από τότε, τον Ντορή των φωνάζαμε Χουντίνι. Βέβαια, ο φουκαράς ο γάιδαρος δεν λυνόταν, απλά ο κάτοχος του είχε λιγότερο μυαλό από τον ίδιο, και ή τον ξέχναγε λυτό ή του έβαζε μακρύ σχοινί, χωρίς ποτέ να καταφέρει να υπολογίσει ότι το μήκος του σχοινιού επέτρεπε στο ζώο να κόβει βόλτες στον κεντρικό δρόμο.
Τον ξέραμε τον γάιδαρο, όμως ποτέ άλλοτε δεν τον είχαμε συναντήσει καταμεσίς στο δρόμο, δέκα-δεκαπέντε αυτοκίνητα, όλα πηγαίνοντας τέζα. Έτσι η βραδιά του γάιδαρου έμεινε ιστορική στην παρέα και στην περιοχή: Κανείς δεν έχει ξεχάσει το τεστ αποφυγής γαιδάρου, ακόμη και σήμερα μιλάνε για εκείνο το βράδυ, ενώ έγινε αφορμή και για νέες λαϊκές παροιμίες, όπως το κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουροστούκερνε. Ο ίδιος ο Ντορής, έγινε ο θρύλος της ευθείας και κάθε καλοκαίρι μαθαίναμε νέες ιστορίες για τα κατορθώματα του.
Έλεγαν πως βρέθηκε στο διάβα μιας Mercedes 190, που του έσπασε ένα πόδι και κάτι πλευρά. Έτσι για λίγους μήνες χάθηκε από την πιάτσα. Όταν συνήλθε, πήγε πάλι στο πόστο του και από διαβολική τύχη (έχουν τα προβλήματα τους με τα τεστ αποφυγής ζώων οι Mercedes), ξαναέκανε μετωπική με το ίδιο αυτοκίνητο, ρημάζοντας μετώπη, καπό, προφυλακτήρα, φανάρια, ψυγείο, βάψιμο –κοντά στο εκατομμύριο το σύνολο- κάνοντας το Ντορής-Mercedes 1-1.
Ο ίδιος, λίγο πιο κουτσός από πριν, συνέχισε για χρόνια να τρομοκρατεί τους περαστικούς. Φέτος, το καλοκαίρι δεν τον είδα, λένε πως έφυγε σε βαθιά γεράματα για τον παράδεισο των γαϊδάρων, όμως πολλοί ορκίζονται ότι τα βράδια του καλοκαιριού, στη μεγάλη ευθεία με τα πλατάνια, δυο μικρά μάτια φέγγουν στη μέση του δρόμου. Άλλοι μιλάνε για τα αυτιά, τα εξαιρετικά μεγάλα, ακόμα και για γαϊδουρινά δεδομένα, αυτιά του Ντορή-Χουντίνι, που η σκιά τους απλώνεται πάνω από τα δέντρα. Και άλλοι πάλι λένε πως ακούν τη φωνή του, ένα πνιχτό απορημένο γκάρισμα, από το γέρο-γάιδαρο που στοίχειωσε τη μεγάλη ευθεία στο δάσος με τα πλατάνια.
Ο Κυβερνήτης είναι υπεύθυνος για το αεροσκάφος και τους επιβάτες για όσο διαρκεί η πτήση. Ο Μηχανικός είναι υπεύθυνος για ΠΑΝΤΑ.

-
The Following 2 Users Say Thank You to pilot For This Useful Post:
Lambros46 (31-08-13), Κωνσταντίνος (01-09-13)
Δικαιώματα - Επιλογές
- Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα
- Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα
- Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε συνημμένα
- Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας
-
Κανονισμός του Φόρουμ
BACK TO TOP